- αιμοθεραπεία
- Θεραπεία με παρεντερική χορήγηση αίματος (μετάγγιση).
* * *η Ιατρ.γενικά η χρησιμοποίηση αίματος και συχνότερα τού αίματος τού ίδιου τού αρρώστου για θεραπεία (αυτοαιμοθεραπεία).[ΕΤΥΜΟΛ. Ελληνογενές < αίμα + θεραπεία, πρβλ. αγγλ. hemotherapy].
Dictionary of Greek. 2013.